- Μελανίππω
- Μελάνιπποςwith black horsesmasc nom/voc/acc dualΜελάνιπποςwith black horsesmasc gen sg (doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
μελανίππω — μελάνιππος with black horses masc/fem/neut nom/voc/acc dual μελάνιππος with black horses masc/fem/neut gen sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Μελανίππῳ — Μελάνιππος with black horses masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μελανίππῳ — μελάνιππος with black horses masc/fem/neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εξαγγέλλω — (AM ἐξαγγέλλω) νεοελλ. ανακοινώνω, μεταδίδω απόφαση ή είδηση με επισημότητα μσν. εκθέτω στον εξομολόγο, εξομολογούμαι αρχ. (ενεργ. και μέσ.) 1. αναγγέλλω ή ανακοινώνω κάτι, ιδίως μυστικό ή σπουδαία πληροφορία (α. «ἵν ἐξαγγέλλοιεν κατὰ μῆνα τῷ… … Dictionary of Greek